φλεγμάτων

φλεγμάτων
φλέγμα
flame
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • επανάχρεμψις — ἐπανάχρεμψις, η (Α) αποβολή, εξαγωγή φλεγμάτων με απόχρεμψη. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανα χρεμψις «βήχας και εξαγωγή φλεγμάτων (< ανα χρέμπτομαι)] …   Dictionary of Greek

  • βρογχόρροια — η άφθονη απόχρεμψη φλεγμάτων κατά τη χρόνια βρογχίτιδα …   Dictionary of Greek

  • επαναχρεμπτήριος — ἐπαναχρεμπτήριος, ον (Α) αυτός που προκαλεί επανάχρεμψη, απόπτυση, αποβολή φλεγμάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανα χρέμπτομαι «βήχω και βγάζω φλέγματα» + κατάλ. ήριος] …   Dictionary of Greek

  • ξεροχάλισμα — το [ξεροχαλίζομαι] αποβολή φλεγμάτων, απόχρεμψη …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”